Σήμερα στην Ελλάδα διαβιούν περίπου 120.000 πρόσφυγες και αιτούντες άσυλο, εκ των οποίων οι 37.000 βρίσκονται στα νησιά. Η πίεση για την αντιμετώπιση αυτής της όλο και πιο βαθιάς ανθρωπιστικής κρίσης, έχει ως αποτέλεσμα την αύξηση των εσωτερικών εντάσεων. Η περίπλοκη κατάσταση επιδεινώνεται από την αδυναμία των κρατών-μελών της ΕΕ να μεταρρυθμίσουν το Κοινό Ευρωπαϊκό Σύστημα Ασύλου, τη στιγμή που η πανδημία του COVID-19 δημιούργησε ένα πρόσθετο επίπεδο δυσκολίας για τους πρόσφυγες και τους αιτούντες άσυλο.
Το European Think Tanks Group συζήτησε με την Πρόεδρο της ΜΕΤΑδρασης, Λώρα Παππά, για την κατάσταση στην Ελλάδα και για τη σημασία της ανατροφοδότησης των υπευθύνων χάραξης πολιτικής από την εμπειρία της δράσης στο πεδίο από τις εθνικές Οργανώσεις της Κοινωνίας των Πολιτών.
Διαβάστε παρακάτω το άρθρο μεταφρασμένο στα ελληνικά.
Διαβάστε το άρθρο στα αγγλικά, εδώ.
Μεταρρύθμιση του ασύλου στην Ευρώπη: Μαθήματα από τοπικούς φορείς στην Ελλάδα
Η πανδημία του COVID-19 δημιούργησε ένα πρόσθετο επίπεδο δυσκολίας για τους πρόσφυγες και τους αιτούντες άσυλο, σε χώρες εισόδου στην Ευρώπη όπως η Ελλάδα, που βρέθηκαν να αντιμετωπίζουν μια πίεση άνευ προηγουμένου καθώς κλήθηκαν να αντιμετωπίσουν μία ανθρωπιστική κρίση και μία κρίση στον τομέα της υγείας. Η κατάσταση επιβάλλει από τα κράτη της ΕΕ να επιταχύνουν τη μεταρρύθμιση του Κοινού Ευρωπαϊκού Συστήματος Ασύλου, δεδομένου ότι το τρέχον αδιέξοδο επιδεινώνει τις συνθήκες διαβίωσης χιλιάδων προσφύγων και αιτούντων άσυλο.
Στη Ελλάδα διαβιούν περίπου 120.000 πρόσφυγες και αιτούντες άσυλο, εκ των οποίων οι 37.000 βρίσκονται στα νησιά. Μόνο η Λέσβος φιλοξενεί 19.500 πρόσφυγες και αιτούντες άσυλο, συμπεριλαμβανομένων εκατοντάδων ασυνόδευτων παιδιών, η συντριπτική πλειοψηφία των οποίων βρίσκεται ακόμα στους καταυλισμούς ή σε αστεγία. Στην Ελλάδα, η πίεση για την αντιμετώπιση αυτής της όλο και πιο βαθιάς ανθρωπιστικής κρίσης, είχε ως αποτέλεσμα την αύξηση των εσωτερικών εντάσεων. Η κυβέρνηση πρόσφατα κατηγόρησε ΜΚΟ και Οργανώσεις της Κοινωνίας των Πολιτών ότι προκαλούν αναταραχές για να επωφεληθούν από το χάος στα hotspot. Νωρίτερα εφέτος, υπήρξαν διαμαρτυρίες από κοινότητες των νησιών εναντίον της κυβέρνησης και, πιο πρόσφατα, η Ελλάδα βίωσε στα νησιά συγκρούσεις μεταξύ ομάδων που αντιτίθενται στην παρουσία μεταναστών και οργανώσεων που εργάζονται για να στηρίξουν μετανάστες, πρόσφυγες και αιτούντες άσυλο.
Η περίπλοκη κατάσταση στην Ελλάδα επιδεινώνεται από την αδυναμία των κρατών-μελών της ΕΕ να μεταρρυθμίσουν το Κοινό Ευρωπαϊκό Σύστημα Ασύλου, παρά τα σχέδια της νέας Επιτροπής της ΕΕ, ορισμένων κρατών και Ευρωβουλευτών να εργαστούν προς ένα συμβιβασμό.
Μιλήσαμε με τη Λώρα Παππά για την κατάσταση στην Ελλάδα και για τα μαθήματα που μπορούν να πάρουν οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής από τη δράση των τοπικών οργανώσεων. Η Λώρα Παππά είναι Πρόεδρος της ΜΕΤΑδρασης, μία ελληνική ΜΚΟ που στηρίζει τη υποδοχή και ένταξη προσφύγων και μεταναστών στην Ελλάδα.
Συζητήσαμε πώς οι τοπικές ΜΚΟ ενισχύουν τη συνηγορία τους για καλύτερη μεταχείριση των προσφύγων και των αιτούντων άσυλο, παρά τις αυξημένες προκλήσεις λόγω του COVID-19. Με βάση την εμπειρία οργανώσεων όπως η ΜΕΤΑδραση κατά τη διάρκεια της πανδημίας, προσφέρουμε τρία μαθήματα στους υπεύθυνους χάραξης πολιτικής που προσπαθούν να επιλύσουν το τρέχον παρατεταμένο αδιέξοδο στη μεταρρύθμιση του Κοινού Ευρωπαϊκού Συστήματος Ασύλου.
1. Μεταφορά προσφύγων και αιτούντων άσυλο σε περιοχές με καλύτερες συνθήκες διαβίωσης
Η κρίση COVID-19 υπογράμμισε την ανάγκη η ελληνική κυβέρνηση να παρέχει καλύτερες συνθήκες διαβίωσης στους πρόσφυγες και τους αιτούντες άσυλο, οι οποίοι συχνά ζουν σε καταυλισμούς που ξεπερνούν κατά πολύ το όριο πληρότητας και σε χώρους με κακές συνθήκες υγιεινής. Λόγω αυτών των απάνθρωπων συνθηκών διαβίωσης, είναι αδύνατο να συμμορφωθούν πλήρως με τις συστάσεις για τη δημόσια υγεία, όπως η κοινωνική απόσταση ή το τακτικό πλύσιμο των χεριών. Οι πρόσφυγες και οι αιτούντες άσυλο στους καταυλισμούς προσπαθούν να συμμορφωθούν με τα μέτρα ασφαλείας, για παράδειγμα, διατηρώντας απόσταση ασφαλείας στις ουρές και χρησιμοποιώντας προϊόντα ατομικής προστασίας όπως μάσκες.
Η πανδημία ανάγκασε την ελληνική κυβέρνηση να ξαναρχίσει τη διαδικασία μεταφοράς προσφύγων και αιτούντων άσυλο από τα hotspot σε εγκαταστάσεις υποδοχής στην ηπειρωτική χώρα, όπου οι συνθήκες είναι εξίσου άθλιες, ώστε να αποφευχθεί ένα ξέσπασμα της πανδημίας στα νησιά. Κυβέρνηση και ΜΚΟ σχεδιάζουν να αυξήσουν τις θέσεις στέγασης προσφύγων σε ενοικιαζόμενα ξενοδοχεία και διαμερίσματα, αλλά παραμένει αβέβαιο εάν οι ιδιοκτήτες θα συμφωνήσουν με αυτή την πρόταση. Ωστόσο, η ασυνέπεια των κυβερνητικών μέτρων, όπως η απόφαση εκδίωξης 10.000 αναγνωρισμένων προσφύγων από καταυλισμούς, ξενοδοχεία και διαμερίσματα στην ηπειρωτική χώρα, τους εξωθεί σε αστεγία και περιπλέκει περαιτέρω τη μεταφορά τους στην ενδοχώρα.
Στην ηπειρωτική χώρα, έχουν επιβληθεί μέτρα καραντίνας σε τρεις εγκαταστάσεις στέγασης μεταναστών. Τοπικοί φορείς παροτρύνουν την κυβέρνηση να εφαρμόσει μέτρα καραντίνας και απαγόρευσης κυκλοφορίας και να εξασφαλίσει και να διευκολύνει την πρόσβαση σε μετρητά, προμήθειες τροφίμων και ιατρική περίθαλψη σε προσφυγικούς καταυλισμούς, με την ελπίδα να περιοριστεί η εξάπλωση του ιού.
2. Δημιουργία ενός συνασπισμού δυνάμεων για την εντατικοποίηση των διαδικασιών μετεγκατάστασης και οικογενειακών επανενώσεων
Οι ευρωπαϊκές χώρες και οι πόλεις που συνεργάζονται με διεθνείς και τοπικούς φορείς καλούνται να τιμήσουν τη δέσμευσή τους να δεχθούν μετεγκαταστάσεις ασυνόδευτων παιδιών από καταυλισμούς μεταναστών. Μία στις τρεις αφίξεις στους προσφυγικούς καταυλισμούς στην Ελλάδα είναι παιδιά, ενώ πάνω από το ένα τρίτο των ασυνόδευτων ανηλίκων που φτάνουν στην Ελλάδα έχουν μέλη της οικογένειας τους σε άλλα κράτη μέλη και δικαιούνται οικογενειακή επανένωση.
Οι τοπικοί φορείς έχουν ασκήσει έντονη κριτική για τα διοικητικά και νομικά εμπόδια στην οικογενειακή επανένωση, η οποία αποτελεί νομική επιλογή για ορισμένους πρόσφυγες και αιτούντες άσυλο. Επί του παρόντος, η Ελβετία, το Λουξεμβούργο και η Γερμανία, έχουν αρχίσει να δέχονται ασυνόδευτους ανηλίκους από τους καταυλισμούς προσφύγων στην Ελλάδα. Αυτή η fast track διαδικασία που υιοθετήθηκε από ευρωπαϊκά κράτη αποτελεί απόδειξη της βούλησης για εξεύρεση αποτελεσματικών λύσεων σε περιόδους κρίσης. Η διαδικασία μπορεί να χρησιμεύσει ως οδηγός για έναν μόνιμο μηχανισμό μετεγκατάστασης. Δέκα χώρες, συμπεριλαμβανομένης της Πορτογαλίας και ορισμένες ευρωπαϊκές πόλεις, έχουν δηλώσει την πρόθεσή τους να αγνοήσουν τα διοικητικά εμπόδια και το μεταρρυθμιστικό αδιέξοδο ώστε να βρεθούν ρεαλιστικές λύσεις για την μετεγκατάσταση ασυνόδευτων μεταναστών. Παρόλο που τα κράτη έχουν διαφορετικά κριτήρια για να καθορίσουν ποια παιδιά θα δεχθούν, η αποφασιστικότητα να ξεπεραστούν αυτά τα εμπόδια αποδεικνύει την προθυμία να επιτευχθεί συμβιβασμός στις συζητήσεις μετεγκατάστασης.
3. Εστιάζοντας στον κοινό μας ανθρωπισμό και στη συνεργασία για την εύρεση καινοτόμων λύσεων
Όλοι οι παράγοντες πρέπει να επικεντρωθούν στον κοινό μας ανθρωπισμό για να αντιμετωπιστεί η πανδημία και η ανθρωπιστική κρίση στην Ελλάδα. Κυβερνητικοί αξιωματούχοι όπως ο Δρ. Σωτήρης Τσιόδρας έχουν δηλώσει με σαφήνεια ότι η κυβέρνηση πρέπει να διασφαλίσει την προστασία ευάλωτων ομάδων, όπως πρόσφυγες και αιτούντες άσυλο, εκτός από τους πολίτες της. Ωστόσο, ο αυξανόμενος φόβος στην ελληνική κοινωνία μπορεί να αυξήσει την πίεση προς την κυβέρνηση να επικεντρωθεί εκ νέου στη διασφάλιση των συνόρων της και να εμποδίσει τους αιτούντες άσυλο να εισέλθουν στην Ελλάδα. Τα «μπλοκαρίσματα» διέλευσης που συνέβησαν ήδη στα Ελληνοτουρκικά σύνορα μεταξύ Φεβρουαρίου και Μαρτίου φέτος έχουν ενταθεί και λόγω της κατάστασης έκτακτης ανάγκης για την υγεία. Για παράδειγμα, μη επιβεβαιωμένα δημοσιεύματα ότι η Τουρκία στέλνει μολυσμένους πρόσφυγες στην Ελλάδα προκαλούν αρνητικά συναισθήματα σε ένα ήδη τεταμένο και φορτισμένο πολιτικό κλίμα.
Τοπικοί φορείς – όπως η ΜΕΤΑδραση – εντείνουν τις δράσεις τους στους καταυλισμούς μεταναστών για να αντισταθμίσουν τη μειωμένη ροή βοήθειας. Πιο συγκεκριμένα, τοπικοί φορείς έχουν εισαγάγει καινοτόμες λύσεις για την παροχή εκπαίδευσης σε παιδιά που δεν έχουν πρόσβαση στην τεχνολογία, τοποθετώντας για παράδειγμα κουτιά σε συγκεκριμένο σημείο στα hotspot από τα οποία οι μαθητές παραλαμβάνουν εκπαιδευτικό υλικό, ενώ συγχρόνως επιστρέφουν προς διόρθωση τις εργασίες τους.
Η πανδημία COVID-19 υπογράμμισε την επείγουσα ανάγκη για δράση και νέες προσεγγίσεις στο ευρωπαϊκό σύστημα ασύλου και τη συνεχιζόμενη ανθρωπιστική κρίση. Τα τρέχοντα μέτρα στην Ελλάδα δείχνουν ότι είναι δυνατόν να βρεθεί λύση στο αδιέξοδο του ΚΕΣΑ μέσω δράσεων έκτακτης ανάγκης και με τη βοήθεια κρατών και πόλεων. Κάτι τέτοιο όμως δεν είναι βιώσιμο. Η προσέγγιση του hotspot επρόκειτο να είναι προσωρινή, ωστόσο τώρα έχει λάβει έναν μόνιμο χαρακτήρα. Οι τρέχουσες προκλήσεις στις οποίες εκτίθενται καθημερινά οι πρόσφυγες και οι αιτούντες άσυλο που διαβιούν στα hotspot στην Ελλάδα, υπογραμμίζουν την ανάγκη ταχείας δράσης για τη μεταρρύθμιση του ΚΕΣΑ.
Οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής στις Βρυξέλλες και τις ευρωπαϊκές πρωτεύουσες θα πρέπει να χρησιμοποιήσουν τις διαταραχές που προκαλούνται από την πανδημία του COVID-19 για να προβληματιστούν και να θέσουν σε νέα βάση τις συζητήσεις για μια μεταρρύθμιση που θα εστιάζει στον κοινό μας ανθρωπισμό. Η δημιουργία συνασπισμών μεταξύ τοπικών και διεθνών παραγόντων και η συνεργασία με πρόθυμους φορείς θα είναι επίσης καθοριστικής σημασίας για την επίλυση του τρέχοντος αδιέξοδου. Οι πρόσφυγες, οι αιτούντες άσυλο και οι φορείς στα κράτη που αποτελούν σημεία εισόδου στην Ευρώπη, χρειάζονται μια άμεση λύση για να αποτρέψουν την επικράτηση πολιτικής αδράνειας η οποία θα επιδεινώσει περαιτέρω την ήδη αφόρητη κατάσταση.
Κείμενο: Amanda Bisong, Policy Officer, ECDPM