Λισαβόνα, 30 Ιουνίου 2016
Κύριε Πρόεδρε της Δημοκρατίας,
Κύριε Πρόεδρε της Βουλής,
Κύριε Πρόεδρε της Εκτελεστικής Επιτροπής του Κέντρου Βορρά-Νότου του Συμβουλίου της Ευρώπης,
Κυρία Πρόεδρε της αντιπροσωπείας της Πορτογαλίας στην Κοινοβουλευτική Συνέλευση του Συμβουλίου της Ευρώπης,
Κυρία Αναπληρώτρια Γενική Γραμματέα του Συμβουλίου της Ευρώπης,
Εξοχότατοι,
Κυρίες και Κύριοι,
Είμαι πολύ συγκινημένη που μου απονέμεται αυτό το Βραβείο από έναν πολύ σημαντικό Ευρωπαϊκό θεσμό, έναν οργανισμό θεματοφύλακα της ηθικής και ανθρωπιστικής συνείδησης, μια δύναμη προστασίας των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, της δημοκρατίας και της προσέγγισης των λαών.
Είναι μεγάλη τιμή για εμένα που μου απονέμεται το φετινό Βραβείο μαζί με τον κ. Chissano, έναν άνθρωπο ο οποίος έχει συμβάλει καταλυτικά στην ανεξαρτησία και στη δημοκρατική μετεξέλιξη της χώρας του, της Μοζαμβίκης· έναν άνθρωπο της δράσης, ο οποίος συνεχίζει με ζήλο να δραστηριοποιείται για την εδραίωση της ειρήνης, της κοινωνικο-οικονομικής και πολιτισμικής ανάπτυξης στην Αφρικανική ήπειρο.
Είμαι ιδιαίτερα ευτυχής για την απονομή αυτού του Βραβείου εδώ, στην Πορτογαλία, μια χώρα η οποία αποδεικνύει έμπρακτα την αλληλεγγύη της, μέσω του προγράμματός της για τη μετεγκατάσταση προσφύγων που έχουν φτάσει στην Ελλάδα.
Στις συναντήσεις μου τις δύο τελευταίες ημέρες με τις αρχές και την κοινωνία των πολιτών της Πορτογαλίας, συνειδητοποίησα πόσα περισσότερα η Πορτογαλία είναι έτοιμη να κάνει, για να υποδεχθεί παραπάνω πρόσφυγες, κυρίως ασυνόδευτα ανήλικα. Είμαι πραγματικά πολύ συγκινημένη από αυτή την αξιοθαύμαστη αλληλεγγύη.
Αυτό το Βραβείο Βορρά-Νότου του Συμβουλίου της Ευρώπης αφιερώνεται στους χιλιάδες Έλληνες, Ευρωπαίους και πολίτες του κόσμου, ανώνυμους, οι οποίοι έθεσαν τον εαυτό τους στη θέση του Άλλου. Αυτού του Άλλου που αναγκάστηκε να εγκαταλείψει την εστία του για να σώσει τη ζωή του και τη ζωή της οικογένειάς του από τις συγκρούσεις, τις διώξεις, την πείνα ή τη φτώχεια.
Συχνά μου έρχεται στο μυαλό το εκπληκτικό έργο του Αισχύλου, οι Ικέτιδες, μια τραγωδία που βασίζεται στην έννοια του Άλλου και στη διαχείριση του ξένου σε ένα δημοκρατικό πολίτευμα. Το θαυμαστό αυτό έργο, από τα πιο συγκινητικά της αρχαιότητας, αποτελεί βασική θέση σχετικά με το δικαίωμα στο άσυλο. Ένα δικαίωμα συνδεδεμένο άρρηκτα με τη φιλοξενία και την ένταξη του ξένου.
Φυσικά, η ευγνωμοσύνη μου απευθύνεται ιδιαίτερα σε όλους εκείνους που δραστηριοποιούνται στη ΜΕΤΑδραση αλλά και όλους αυτούς που τη στηρίζουν, μια οργάνωση της κοινωνίας των πολιτών, η οποία δρα στο πεδίο από το 2010.
Βρίσκομαι εδώ στην Πορτογαλία με αρκετά μέλη της ομάδας μας, που ταξίδεψαν με δικά τους έξοδα, για να σας ευχαριστήσουν για αυτή τη μεγάλη αναγνώριση. Γυναίκες και άνδρες που, συχνά εν αγνοία τους, γίνονται οι άμεσοι θεματοφύλακες των ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Κοινωνικοί λειτουργοί, εθελοντές, δικηγόροι, διερμηνείς, συντονιστές.
Τους ευχαριστώ από τα βάθη της καρδιάς μου, επειδή κατέστησαν εφικτό αυτό που φαινόταν αδύνατο επί 20 χρόνια στην Ελλάδα: να συνοδεύσουν προς κατάλληλες εστίες, χιλιάδες παιδιά που καταφθάνουν μόνα τους στο ελληνικό έδαφος, και που βρίσκονται σε κέντρα κράτησης, σε αξιοθρήνητες συνθήκες· να κερδίσουν την εμπιστοσύνη τους, να τα προστατεύσουν, να τα συμβουλεύσουν· να βρουν την καλύτερη λύση για τα παιδιά και μαζί με τα παιδιά, μέσω του καινοτόμου Δικτύου Επιτρόπων.
Είναι ένας καθημερινός αγώνας δρόμου ενάντια στον χρόνο, προκειμένου να δημιουργηθούν δομές υποδοχής ανηλίκων, έτσι ώστε αυτά τα παιδιά, που είναι ακόμη σήμερα περισσότερα από 1.500, χωρίς κατάλληλη στέγη, να μην παραμείνουν ούτε μία μέρα παραπάνω σε συνθήκες κράτησης, ή εκτεθειμένα στα δίκτυα διακίνησης και εμπορίας ανθρώπων.
Από τον περασμένο Φεβρουάριο, η ΜΕΤΑδραση ξεκίνησε μια πρωτοβουλία που συμβολίζει την ίδια την έννοια της αλληλεγγύης: ένα σύστημα βραχυπρόθεσμης αναδοχής για ασυνόδευτα παιδιά, πρωτοβουλία που έδωσε σε εκατοντάδες οικογένειες τη δυνατότητα να εκφράσουν τη θέλησή τους, την ανθρωπιά τους, και να ανοίξουν την πόρτα του σπιτιού τους, την πόρτα της καρδιάς τους, για να φιλοξενήσουν ένα επιπλέον μέλος, ένα ξένο παιδί, σαν να ήταν το δικό τους παιδί.
Όσο για τους 300 διερμηνείς της οργάνωσής μας, μεγάλο μέρος των οποίων υπήρξαν και οι ίδιοι πρόσφυγες, οι οποίοι μιλούν 33 γλώσσες και διαλέκτους, έχουν βοηθήσει εκατοντάδες χιλιάδες πρόσφυγες και μετανάστες να ασκήσουν το δικαίωμά τους στην επικοινωνία, προκειμένου να εκφράσουν τις ανάγκες τους, τον σωματικό ή ψυχικό τους πόνο, να μοιραστούν την απελπισία τους, τα όνειρά τους, τη δυστυχία, τα βαθύτερα μυστικά τους. Αυτοί οι διερμηνείς έχουν βοηθήσει εκατοντάδες ιατρούς, αστυνομικούς, στελέχη άλλων οργανώσεων, επιτρέποντάς τους να ξεπεράσουν το εμπόδιο της γλώσσας και έτσι να μπορέσουν να συνδράμουν αποτελεσματικά.
Μερικές φορές, αυτοί οι διερμηνείς χρειάστηκε να συμμετάσχουν σε διαδικασίες αναγνώρισης πτωμάτων από τους συγγενείς τους. Και σας ρωτάω: πώς μπορεί κανείς να παραμείνει τυπικός επαγγελματίας και ουδέτερος, σε μια τέτοια κατάσταση; Πώς γίνεται να μην κλάψεις, να μην αγκαλιάσεις, να μην πενθήσεις μαζί με έναν πατέρα ή μια μητέρα που βλέπει ένα σώμα, το σώμα του παιδιού του, άψυχο, και που πρέπει να το θάψει σε μια ξένη χώρα;
Η ενέργεια της απελπισίας και η δύναμη της ελπίδας που κινούν τους ανθρώπους, με κάνουν συχνά να σκέφτομαι πόσο οι συγκλονιστικές φωτογραφίες του Sebastião Salgado μοιάζουν με τις καταστάσεις που συναντούμε καθημερινά και στις οποίες, με αφοσίωση, ζήλο και συνέπεια συνεχίζουμε να βοηθάμε, όχι από οίκτο, αλλά με σεβασμό και αξιοπρέπεια.
Αγαπητές φίλες και φίλοι, καμιά φορά ο ανθρωπισμός βρίσκεται σ’ ένα βλέμμα, σ’ ένα χαμόγελο, σε μια χειραψία. Την ίδια στιγμή, χρειάζεται να είναι κανείς δημιουργικός, θαρραλέος, αποτελεσματικός, και παρά τα υποτυπώδη μέσα, με υπομονή και ταπεινότητα, να βρίσκει πρακτικές λύσεις στα προβλήματα που μερικές φορές φαίνονται ανυπέρβλητα. Οι προσπάθειες δείχνουν ότι είναι πάντοτε εφικτό, ακόμη και για μια οργάνωση που δρα σε εθνικό επίπεδο, να αλλάξει, έστω και λίγο, αυτόν τον απέραντο κόσμο.
Ως Ελληνίδα, αισθάνομαι ταυτόχρονα ότι ανήκω στον Βορρά και στον Νότο, στην Ανατολή και στη Δύση. Ζω σε μια χώρα, η οποία, ιστορικά και γεωγραφικά, είχε πάντα στενούς δεσμούς με διαφορετικούς πολιτισμούς και κουλτούρες, αλλά που τώρα έχει μετατραπεί σε θανατηφόρα άβυσσο ή σε έναν αδιέξοδο δρόμο, σε παρεμβαλλόμενο κράτος που καλείται να ανακόψει τις μεταναστευτικές ροές προς άλλες χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης· επιπλέον, η Ελλάδα πρέπει, με την Τουρκία, να διαχειρισθεί μια εξαιρετικά εύθραυστη και αμφισβητούμενη Συμφωνία στο πλαίσιο του σεβασμού του γράμματος και του πνεύματος του ανθρωπιστικού δικαίου και της Σύμβασης της Γενεύης.
Οι συνθήκες δράσης είναι δύσκολες στην Ελλάδα, λόγω της οικονομικής κρίσης, αλλά οι συνθήκες είναι απείρως πιο δύσκολες για τους πρόσφυγες, τους μετανάστες, τους ξεριζωμένους.
Η εξεύρεση κονδυλίων, τα οποία πάντοτε λείπουν, είναι βεβαίως ένα σημαντικό ζήτημα. Δεν πρέπει όμως να υποτιμούμε τα πολιτικά και θεσμικά εμπόδια, την απουσία πολιτικής συντονισμού και κυρίως τα προβλήματα που δημιουργούνται από τις χρονοβόρες διαδικασίες του τέρατος που λέγεται «γραφειοκρατία», αυτού του παγερού, βραδυκίνητου τέρατος.
Κυρίες και Κύριοι, το πεπρωμένο μας δεν είναι τίποτε άλλο από το σύνολο των αποφάσεών μας. Η μοίρα του καθενός μας εξαρτάται και επηρεάζεται από τη μοίρα των άλλων γύρω μας: όπως και τα ελληνικά ελαιόδενδρα που εξαρτώνται από την επιβίωση του δάσους του Αμαζονίου.
Η ευημερία μας εξαρτάται από την ευημερία του Άλλου και έχουμε μια κοινή ευθύνη απέναντι σ’ αυτόν τον κόσμο. Ο καθένας μας, προσωπικά, πρέπει να αναλάβει τις δικές του ευθύνες, όπως έγραψε ο Καζαντζάκης: “Εγώ, εγώ μονάχος μου έχω χρέος να σώσω τη γης. Αν δε σωθεί, εγώ φταίω”.
Στην κλασική αθηναϊκή εποχή, όπως ίσως γνωρίζετε, οι πολίτες που δεν ήθελαν να αναμιχθούν στα κοινά της πόλης ονομάζονταν “ιδιώτες”, δηλαδή ανόητοι, κι αυτό προέρχεται από τη λέξη “ίδιος”, που σημαίνει “που ανήκει στον εαυτό του”. Σήμερα, στον παγκοσμιοποιημένο κόσμο μας, παρατηρούμε την ανάδυση μιας νέας μορφής ανοησίας όπου ορισμένες περιφέρειες, ή ακόμη και ολόκληρα κράτη επιλέγουν την αποχή από τα κοινά, μια στάση εύκολη, αλλά σχετικά ανεύθυνη.
Στο σημερινό πλαίσιο της κρίσης, της ανόδου του εθνικισμού και της ξενοφοβίας, οι πολιτικοί, οι διεθνείς και ευρωπαϊκοί θεσμοί, καθώς και οι οργανώσεις της κοινωνίας των πολιτών έχουν μια τεράστια ευθύνη: να διαφυλάξουν τις θεμελιώδεις αρχές της δημοκρατίας και να διαχειρισθούν τις μεταναστευτικές ροές με ανθρωπισμό.
Ζούμε στην εποχή της ελεύθερης κυκλοφορίας εμπορευμάτων και κεφαλαίων. Πώς γίνεται, λοιπόν, να σταματήσουμε τη μετακίνηση ανθρώπων;
Ειδικότερα όταν πρόκειται για ανθρώπους που αγωνίζονται για τη ζωή τους, έχοντας ξεπεράσει ακόμη και τον φόβο του θανάτου. Η αδιαφορία, η δυσπιστία, η απομόνωση, δηλαδή ο φόβος του Άλλου, μας αποκόπτουν όχι μόνο από τους άλλους, αλλά και από τον ίδιο μας τον εαυτό, από εκείνο το κομμάτι ανθρωπιάς που υπάρχει μέσα μας, εκείνο το κομμάτι που είναι φως, ζωή, ορμή, ενθουσιασμός και χαρά.
Η αλληλεγγύη, η κοινή δράση, η συλλογική δυναμική στην υπηρεσία εκείνων που υποφέρουν και που έχουν χάσει τα πάντα, όχι μόνο μας επιτρέπουν να τους υποστηρίξουμε και να τους βοηθήσουμε, αλλά μας δυναμώνουν, μας τρέφουν και μας ωθούν να ξεπεράσουμε τον εαυτό μας.
Άρα, το να υποδεχθούμε, να προστατεύσουμε, να βοηθήσουμε εκείνους που το έχουν ανάγκη, όπως θα θέλαμε κι εμείς να μας υποδέχονταν, να μας προστάτευαν και να μας βοηθούσαν αν βρισκόμασταν στη θέση τους, δεν είναι κανένα μεγάλο κατόρθωμα· είναι μια φυσική και αυθόρμητη κίνηση, μια παρόρμηση της καρδιάς.
Αυτός είναι και ο λόγος που πρόθυμα θα έκλεινα με τα λόγια του Αϊνστάιν, ενός διάσημου πρόσφυγα, λέγοντας ότι μόνο μια ζωή προσφοράς στον Άλλο είναι μια ζωή που αξίζει να τη ζεις.
Σας ευχαριστώ.